Με αφορμή τον προϋπολογισμό του 2018...

Με αφορμή τη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή γράφονται οι παρακάτω αράδες: Κατά κανόνα οι τοποθετήσεις για τον προϋπολογισμό αναφέρονται σε...
αριθμητικά δεδομένα, συγκρίσεις αυτών και εκτιμήσεις σύμφωνα με την άποψη και κυρίως τις επιδιώξεις του καθένα. Θα έλεγα όχι άστοχα. Άστοχη όμως θα ήταν η παράλειψη μιας αναφοράς στις συγκεκριμένες συνθήκες που συντάσσεται ένας προϋπολογισμός. Άστοχη θα ήταν η παράλειψη μιας αναφοράς στην εξέλιξη των παραπάνω δεδομένων τις τελευταίες δεκαετίες αλλά και τη διαφαινόμενη προοπτική.

Τα παραπάνω θα επιχειρήσω συνοπτικά να αναδείξω: Η χώρα βρέθηκε το 2010 με ένα υπέρογκο χρέος και μια συνεχώς συρρικνούμενη γεωργική και βιομηχανική παραγωγή. Αποτέλεσμα ήταν η μείωση κατά 25% του ετήσιου παραγόμενου πλούτου της (ΑΕΠ) και η εκτίναξη της ανεργίας από το 7% στο 27%, την πενταετία 2010-15

Τα παραπάνω αποτέλεσαν συνέπεια μιας στρεβλής, επί δεκαετίες, ανάπτυξης μη παραγωγικών δραστηριοτήτων από μια αναπτυσσόμενη νέα κοινωνική ομάδα (νέα μεσαία τάξη ή «νέα τζάκια») και ο συνεχής δανεισμός για την αντιμετώπιση των αναγκών.

Η μισθωτή εργασία πιέστηκε σταδιακά προς το περιθώριο με τη συνεχείς μειώσεις αποδοχών, αύξηση της ανεργίας και απώλεια εργασιακών δικαιωμάτων της. Την ίδια εποχή η ηγέτιδα οικονομική ελίτ έβγαζε τα χρήματα της στο εξωτερικό, ενώ παράλληλα η ίδια καθοδηγούσε τα πολιτικά δρώμενα της χώρας (αναδεικνύοντας ως κυβερνήσεις τη ΝΔ ή το ΠΑΣΟΚ).

Τα παραπάνω, δύσκολο να αμφισβητηθούν. Απλά η προσπάθεια είναι να αποσιωπηθούν ή να ξεχαστούν. Αρκετές φορές και να αντιστραφούν οι ευθύνες. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι οι πολιτικές δυνάμεις που διακυβέρνησαν τη χώρα έκαναν επανειλημμένες προσπάθειες στοιχειωδών μεταρρυθμίσεων εκσυγχρονισμού της χώρας, αλλά σε αυτές σφόδρα αντέδρασε η Αριστερά και τα συνδικάτα. Είναι πράγματι έτσι;

Ας δούμε, τουλάχιστον, τη μεταπολιτευτική περίοδο: Κυρίως μετά την πλήρη ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ (1981), εισέρρευσε πακτωλός χρημάτων. Αξιοποιήθηκαν αυτά για την παραγωγική ανασυγκρότηση χώρας, εν όψει της εγκατάλειψης του προστατευτισμού ή μήπως όδευσαν σε αντιπαραγωγικές δραστηριότητες; Επιλογές που ανέδειξαν τα “νέα τζάκια”. Προφανώς συνέβη το δεύτερο.

Και η ηγέτιδα παραδοσιακά οικονομική ελίτ; Αυτή ήδη από προηγούμενη εποχή είχε επιλέξει τη “διεθνοποίησή” της με την μεταφορά του πλούτου και δραστηριοτήτων της σε εξωχώριες εταιρείες. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση απλά την διευκόλυνε. Έτσι έχασε κάθε εθνική συνείδηση (χαρακτηρισμό που της αποδίδουν Έλληνες και ξένοι κοινωνιολόγοι). Συνεπώς οι σημερινές συμπεριφορές συγγενών και κορυφαίων στελεχών του νεοφιλελεύθερου πολιτικού μπλοκ δεν πρέπει να εκπλήττουν. Η πρόσφατη προσπάθεια της δεξιάς στην ΕΕ να αποφευχθεί κάθε οικονομικός έλεγχος χωρών “φορολογικών παραδείσων” είναι ακριβώς στην ίδια λογική.

Βάσιμα λοιπόν θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως στο παρελθόν αλλά και σήμερα μια συγκροτημένη ανάπτυξη, αποδοτική για το σύνολο της χώρας, απαιτούσε κατ΄ αρχήν έναν στοιχειώδη αστικό εκσυγχρονισμό των δομών συγκρότησης και διοίκησης της χώρας. Αυτόν, όπως η ιστορία κατέγραψε, αδυνατούσε και αδυνατεί να υλοποιήσει η δεξιά (με την όποια πολιτική της μορφή). Και αναγκαστικά το αίτημα αυτό αποτέλεσε επιδίωξη και στόχο της ευρύτερης Αριστεράς. Η κατάργηση της βασιλείας, η ελεύθερη λειτουργία όλων των πολιτικών κομμάτων, (θυμηθείτε «Ιδιώνυμο» Βενιζέλου, απαγόρευση ΚΚΕ), ο στοιχειώδης εκδημοκρατισμός της δημόσιας διοίκησης (από τα απολιθώματα του μετεμφυλιακού κράτους), αλλά και η κατάργηση της «σαρία» σήμερα, όταν στην Τουρκία έχει καταργηθεί από τη δεκαετία του 1920, αποτέλεσαν μεταρρυθμιστικές αλλαγές, αιτήματα, της Αριστεράς.

Η καθυστέρηση των αναγκαίων εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων, εμπόδισε βήματα προς έναν κοινωνικό εκδημοκρατισμό της χώρας (ριζοσπαστικά βήματα), απεναντίας δε την έφερε στη χρεοκοπία, με αποτέλεσμα τα μνημόνια.
Σήμερα λοιπόν, διανύοντας το τρίτο έτος του προγράμματος 2015-18, διαφαίνεται πως το πρόγραμμα βαδίζει προς ολοκλήρωση. Μέσα από επώδυνες αποφάσεις και μέτρα, αλλά και με μέτρα στήριξης των οικονομικά αδυνάτων.
Είναι αναγκαίο να εκτιμήσουμε πως ο ευρωπαϊκός και διεθνής παράγων, που επηρεάζει τις οικονομικές κατά συνέπεια και πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, εκφράζεται θετικά για την συνέπεια της Ελληνικής κυβέρνησης, την πορεία του προγράμματος, τους οικονομικούς δείκτες. Όλα αυτά μαζί και με την εύστοχη εξωτερική πολιτική της χώρας αναστήλωσαν την αξιοπιστία της. 

Τι απομένει στην πορεία;

Εκτιμώντας τις συγκεκριμένες συνθήκες του περιβάλλοντος που βρισκόμαστε (Ε.Ε., γεωπολιτική θέση, διάρθρωση Ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας), είναι αναγκαία η χάραξη ενός πολιτικού προγράμματος ανάπτυξης της χώρας, παραγωγής πλούτου, αλλά και δικαιότερης διανομής αυτών στις υπάρχουσες κοινωνικές ομάδες.

Μπορεί να γίνει αυτό από τις πολιτικές δυνάμεις που διακυβέρνησαν τη χώρα έως το 2015; Η απάντηση είναι απλή και κατηγορηματική: Η σύνδεση και διαπλοκή αυτών με αντίστοιχες αντιπαραγωγικές κοινωνικές ομάδες και συμφέροντα που τους ανέδειξαν, τους στήριξαν και τους στηρίζουν, δεν τους το επιτρέπει...
 

Θανάσης Μιχελής, βουλευτής Φθιώτιδας