Η ελληνική γλώσσα είναι από τις πλουσιότερες στον κόσμο. Το λέμε διαρκώς και –γιατί όχι;- το καμαρώνουμε κιόλας.
Το...
εννοιολογικό οπλοστάσιό της είναι εξαιρετικά πλούσιο και, ως εκ τούτου, διαθέτει λέξεις κατάλληλες όχι μόνο για να περιγράφουν καταστάσεις σύνθετες και δύσκολες, αλλά και για να αποτυπώνεται η ένταση και η κλιμάκωση των καταστάσεων αυτών.
Κι όμως, τα τελευταία χρόνια, όταν η συζήτηση με «ταμπέλες» και «συνθήματα» κατέστη αβασάνιστα το νέο «εθνικό σπορ», η γλώσσα έχει κακοποιηθεί βάναυσα. Ο υπερθετικός βαθμός, αλλά και οι πλέον δραματικές λέξεις για κάθε έννοια επιλέγονται σε κάθε περίπτωση, με κάθε ευκαιρία, ανεξαρτήτως της κατάστασης ή της αφορμής που περιγράφουν.
Το ζήσαμε και στο παρελθόν. Όταν οι πολλαπλές οικονομικές και πολιτικές πιέσεις που απέρρεαν από τα Μνημόνια και την κατάσταση οιονεί χρεοκοπίας οδηγούσαν σε υποχωρήσεις, σε νέα μέτρα, καμία φορά ακόμη και τα εθνικές ταπεινώσεις. Τότε ήταν που άρχισαν οι φανφάρες περί «χούντας», περί «κατοχής» και «γερμανοτσολιάδων».
Τώρα, με αφορμή την απόφαση του ΣτΕ, την σκυτάλη από τους αντιμνημονιακούς της προηγούμενης πολιτικής φάσης πήραν τα κόμματα που θέλουν να αυτοπροσδιορίζονται ως «κόμματα του ευρωπαϊκού τόξου».
Η αξιωματική αντιπολίτευση, για παράδειγμα, στηλιτεύοντας την επιλογή της κυβέρνησης να ασκήσει κριτική στην απόφαση του ΣτΕ –λες και στις Δημοκρατίες υπάρχουν θεσμοί υπεράνω κριτικής…- έφτασε στο σημείο να μιλά για «εκτροπή». Σαν να μην έφτανε αυτό, ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε σε «κρίση Δημοκρατίας», καθόρισε ως «χρέος του» την «αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας» και έφτασε στο σημείο να καλέσει τους πολίτες σε… «δημοκρατική εγρήγορση». Από κοντά και ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος «είδε» στη δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου «αναγγελία κατάλυσης του Συντάγματος» -κι αυτό παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση ασκεί κριτική στο ΣτΕ μεν, ωστόσο διαβεβαιώνει σε όλους τους τόνους για τον (αυτονόητο) σεβασμό της στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Αναρωτιέται κανείς, λοιπόν: αν η άσκηση κριτικής στο ΣτΕ αποτελεί «εκτροπή», «ανωμαλία», «κρίση Δημοκρατίας», τότε ποιες λέξεις θα ανασυρθούν αν, ο μη γένοιτο, ζούσαμε μία πραγματική κρίση στο πολίτευμα; Αν κατέβαιναν τα τανκς στους δρόμους, αν κάποιοι γαλονάδες αποφάσιζαν, όπως το ’67, να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, ποιες λέξεις θα είχαν μείνει στο –κατά τα άλλα πλούσιο- ελληνικό λεξιλόγιο;
Μέρα που ‘ναι, λοιπόν, όσοι μιλούσαν για «γερμανοτσολιάδες» και «κατοχές», ας πάνε μία βόλτα μέχρι το Σκοπευτήριο της Καισαριανής, να δουν τι σημαίνει πραγματική «κατοχή». Να δουν τα σημάδια του αίματος. Άλλο πράγμα η μειωμένη εθνική κυριαρχία, άλλο η Χούντα και η Κατοχή.
Και επειδή σε τρεις εβδομάδες έχουμε άλλη μία επέτειο, αυτή του Πολυτεχνείου, όσοι τώρα μιλούν για «εκτροπές», για «κρίση πολιτεύματος» και άλλα ηχηρά παρόμοια, ας θυμηθούν τι σημαίνει κρίση πολιτεύματος. Ας πάνε μια βόλτα μέχρι τις φυλακές Αβέρωφ, ας διαβάσουν για τον Παναγούλη και τον Μουστακλή, μπας και θυμηθούν τι ακριβώς σημαίνει «πολιτική ανωμαλία» και πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το διακύβευμα για να καλέσεις τον κόσμο σε «ανένδοτο» και «δημοκρατική εγρήγορση».
«Κατοχή» είναι να τρέχει το αίμα ποτάμι. Όχι να διεξάγονται σκληρές διαπραγματεύσεις στο Χίλτον. «Χούντα» είναι να ακούγονται το βράδυ οι κραυγές από τα βασανιστήρια στο κολαστήριο της ΕΑΤ ΕΣΑ, όχι να ζητεί ο Ρέγκλινγκ ή ο Σόιμπλε «να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις». Και «πολιτική ανωμαλία» δεν είναι η άσκηση κριτικής στο ΣτΕ, αλλά το να παρεμβαίνει, για παράδειγμα, το Παλάτι για να ρίξει μία εκλεγμένη κυβέρνηση. Και ως προς αυτό το τελευταίο, ο πρόεδρος της ΝΔ μπορεί απλώς να τηλεφωνήσει στον πατέρα του, για να πληροφορηθεί τι εστί πολιτική ανωμαλία...
Γιώργος Μελιγγώνης
Το...
εννοιολογικό οπλοστάσιό της είναι εξαιρετικά πλούσιο και, ως εκ τούτου, διαθέτει λέξεις κατάλληλες όχι μόνο για να περιγράφουν καταστάσεις σύνθετες και δύσκολες, αλλά και για να αποτυπώνεται η ένταση και η κλιμάκωση των καταστάσεων αυτών.
Κι όμως, τα τελευταία χρόνια, όταν η συζήτηση με «ταμπέλες» και «συνθήματα» κατέστη αβασάνιστα το νέο «εθνικό σπορ», η γλώσσα έχει κακοποιηθεί βάναυσα. Ο υπερθετικός βαθμός, αλλά και οι πλέον δραματικές λέξεις για κάθε έννοια επιλέγονται σε κάθε περίπτωση, με κάθε ευκαιρία, ανεξαρτήτως της κατάστασης ή της αφορμής που περιγράφουν.
Το ζήσαμε και στο παρελθόν. Όταν οι πολλαπλές οικονομικές και πολιτικές πιέσεις που απέρρεαν από τα Μνημόνια και την κατάσταση οιονεί χρεοκοπίας οδηγούσαν σε υποχωρήσεις, σε νέα μέτρα, καμία φορά ακόμη και τα εθνικές ταπεινώσεις. Τότε ήταν που άρχισαν οι φανφάρες περί «χούντας», περί «κατοχής» και «γερμανοτσολιάδων».
Τώρα, με αφορμή την απόφαση του ΣτΕ, την σκυτάλη από τους αντιμνημονιακούς της προηγούμενης πολιτικής φάσης πήραν τα κόμματα που θέλουν να αυτοπροσδιορίζονται ως «κόμματα του ευρωπαϊκού τόξου».
Η αξιωματική αντιπολίτευση, για παράδειγμα, στηλιτεύοντας την επιλογή της κυβέρνησης να ασκήσει κριτική στην απόφαση του ΣτΕ –λες και στις Δημοκρατίες υπάρχουν θεσμοί υπεράνω κριτικής…- έφτασε στο σημείο να μιλά για «εκτροπή». Σαν να μην έφτανε αυτό, ο πρόεδρος της ΝΔ αναφέρθηκε σε «κρίση Δημοκρατίας», καθόρισε ως «χρέος του» την «αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας» και έφτασε στο σημείο να καλέσει τους πολίτες σε… «δημοκρατική εγρήγορση». Από κοντά και ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος «είδε» στη δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου «αναγγελία κατάλυσης του Συντάγματος» -κι αυτό παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση ασκεί κριτική στο ΣτΕ μεν, ωστόσο διαβεβαιώνει σε όλους τους τόνους για τον (αυτονόητο) σεβασμό της στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Αναρωτιέται κανείς, λοιπόν: αν η άσκηση κριτικής στο ΣτΕ αποτελεί «εκτροπή», «ανωμαλία», «κρίση Δημοκρατίας», τότε ποιες λέξεις θα ανασυρθούν αν, ο μη γένοιτο, ζούσαμε μία πραγματική κρίση στο πολίτευμα; Αν κατέβαιναν τα τανκς στους δρόμους, αν κάποιοι γαλονάδες αποφάσιζαν, όπως το ’67, να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, ποιες λέξεις θα είχαν μείνει στο –κατά τα άλλα πλούσιο- ελληνικό λεξιλόγιο;
Μέρα που ‘ναι, λοιπόν, όσοι μιλούσαν για «γερμανοτσολιάδες» και «κατοχές», ας πάνε μία βόλτα μέχρι το Σκοπευτήριο της Καισαριανής, να δουν τι σημαίνει πραγματική «κατοχή». Να δουν τα σημάδια του αίματος. Άλλο πράγμα η μειωμένη εθνική κυριαρχία, άλλο η Χούντα και η Κατοχή.
Και επειδή σε τρεις εβδομάδες έχουμε άλλη μία επέτειο, αυτή του Πολυτεχνείου, όσοι τώρα μιλούν για «εκτροπές», για «κρίση πολιτεύματος» και άλλα ηχηρά παρόμοια, ας θυμηθούν τι σημαίνει κρίση πολιτεύματος. Ας πάνε μια βόλτα μέχρι τις φυλακές Αβέρωφ, ας διαβάσουν για τον Παναγούλη και τον Μουστακλή, μπας και θυμηθούν τι ακριβώς σημαίνει «πολιτική ανωμαλία» και πόσο μεγάλο πρέπει να είναι το διακύβευμα για να καλέσεις τον κόσμο σε «ανένδοτο» και «δημοκρατική εγρήγορση».
«Κατοχή» είναι να τρέχει το αίμα ποτάμι. Όχι να διεξάγονται σκληρές διαπραγματεύσεις στο Χίλτον. «Χούντα» είναι να ακούγονται το βράδυ οι κραυγές από τα βασανιστήρια στο κολαστήριο της ΕΑΤ ΕΣΑ, όχι να ζητεί ο Ρέγκλινγκ ή ο Σόιμπλε «να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις». Και «πολιτική ανωμαλία» δεν είναι η άσκηση κριτικής στο ΣτΕ, αλλά το να παρεμβαίνει, για παράδειγμα, το Παλάτι για να ρίξει μία εκλεγμένη κυβέρνηση. Και ως προς αυτό το τελευταίο, ο πρόεδρος της ΝΔ μπορεί απλώς να τηλεφωνήσει στον πατέρα του, για να πληροφορηθεί τι εστί πολιτική ανωμαλία...
Γιώργος Μελιγγώνης






