...είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας...
Το όνομά μου είναι Βαπτιστής, η μητέρα μου το άλλαξε από αντίδραση και το έκανε «Τίτος». Εξαιτίας του έχω τραβήξει πολλά – το bullying είναι κάτι διαχρονικό, δεν είναι φαινόμενο της σημερινής εποχής. Πολλοί πίστευαν ότι είμαι...
Κρητικός –υπάρχει ο Άγιος Τίτος στο Ηράκλειο–, άλλοι ότι με έλεγαν Τίτο λόγω του ηγέτη της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας και έρχονταν να μου πουν «καλά, έχεις το όνομα αυτού του προδότη;».
Κατά τη διάρκεια του πολέμου ο πατέρας μου ήθελε να βρει ένα σπίτι με καταφύγιο, επειδή υπήρχαν φόβοι ότι θα βομβαρδιζόταν η Αθήνα. Έτσι, μείναμε για 25 συναπτά έτη στην οδό Μάρνης 48. Στη συλλογή μου Συγκατοίκηση με το Παρόν, στο ποίημα «Το Σπίτι» έχω γράψει όλα όσα πέρασα σε αυτό («όταν το αδειάσαμε, με τη μητέρα μου να κλαίει, πατούσα τα τριάντα πέντε, μια ηλικία που γι' άλλους σταθεροποιούνται τα προσωρινά, γι' άλλους ένα-ένα τα σταθερά ανατρέπονται»). Σε αυτό το σπίτι με βρήκε ο πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος.
Όταν με ρωτούσαν τι θα γίνω όταν μεγαλώσω, μου άρεσε να λέω ότι θα γίνω αεροπόρος, αλλά η παιδική μου ηλικία περιείχε έντονα το στοιχείο του θεάτρου. Οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί, με αποτέλεσμα να μεγαλώσω μέσα σε παρασκήνια, καμαρίνια και συναναστρεφόμενος με μεγάλες κυρίες του ελληνικού θεάτρου. Στο σπίτι μας δεν θυμάμαι ποτέ τα μεσημέρια να τρώμε μόνοι μας, συνεχώς δεχόμασταν επισκέψεις. Ήταν μια εποχή με μεγάλες διακυμάνσεις, αγωνία και διαρκείς μεταπτώσεις. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που ξόδευε αφειδώς. Ζήσαμε μέρες που ο θίασος δεν πήγαινε καλά, χρωστούσαμε το νοίκι και όλες αυτές οι ανασφάλειες με έκαναν να στραφώ στην επιλογή της δικηγορίας. Όπως κάποια άλλα παιδιά έπαιζαν με κύβους ή άλλα παιχνίδια, εμένα μου άρεσε να παίζω με τις λέξεις. Σιγά-σιγά, αυτές οι συναρμολογήσεις λέξεων έγιναν ποιήματα και το 1943 δημοσιεύεται το πρώτο μου ποίημα, το οποίο και θυμάμαι ακόμα απέξω. Ο τίτλος του ήταν «Αν βρεις»: «Αν ψάξεις, θα βρεις. Τίποτα κρυμμένο δεν μένει, σπάσε σκληρά τους δεσμούς που σφιχτά είναι δεμένοι. Και αν βρεις μηδέν, με τον χρόνο ρουτίνα θα γίνει, να χάσεις πρέπει, αν θες μια θύμηση παντοτινή να μείνει». Αν και εκείνες οι εποχές περιείχαν αρκετές κακουχίες, θεωρώ ότι στις δύσκολες εποχές γράφει κανείς και όχι στις εύκολες.
Για να διαβάσετε ολόκληρη τη συνέντευξη του Τίτου Πατρίκιου στον Γιάννη Πανταζόπουλο πατήστε ΕΔΩ