διεθνή ΜΜΕ.
Τρεις εβδομάδες μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, κι ενώ η διαπραγμάτευση μεταξύ της νέας ελληνικής κυβέρνησης και του σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης διανύει την πρώτη, αβέβαιη φάση της, οι γραμμές της αντιπαράθεσης έχουν λίγο-πολύ χαραχτεί. Ανεξάρτητα από τις προσωπικές δεξιότητες και την ιδιοσυστασία των εκατέρωθεν διαπραγματευτών ή τον βαθμό προετοιμασίας των αντίστοιχων ομάδων, η χάραξη αυτών των γραμμών υπακούει σε στρατηγικότερες σταθερές.
Στην περίπτωση της ελληνικής κυβέρνησης, η πραγματικότητα της κοινωνικής καταστροφής που επέφεραν τα μνημόνια (και η βεβαιότητα της δραματικής επιδείνωσής της στην περίπτωση που αυτά συνεχιστούν) δεν αφήνει και πολλά περιθώρια πραγματικών ελιγμών. Το εντυπωσιακό συλλαλητήριο της περασμένης Τετάρτης στο Σύνταγμα, ο κύριος όγκος του οποίου αποτελούνταν όχι από τους συνήθεις διαδηλωτές της Αριστεράς ή γραφικούς εθνικιστές, αλλά από μεσήλικους νοικοκυραίους δίχως εμφανή πολιτική ταυτότητα, κατέδειξε με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο το αντιδημοφιλές μιας συνθηκολόγησης όπως αυτή του 2010. Αλλωστε, σε αντίθεση με τότε, οι συνέπειες μιας παρόμοιας αναδίπλωσης πάνω στον πολιτικό χάρτη της χώρας είναι σήμερα κάτι παραπάνω από ορατές.

Η αναμέτρηση σύμφωνα με το σκιτσογράφο των «Financial Times» (26.1) : λαός και Τσίπρας, επευφημούμενοι από την αντιμνημονιακή Αριστερά, ανατρέπουν το ευρώ και ρίχνουν τις συντηρητικές ευρωπαϊκές ηγεσίες βορά στην ακροδεξιά |
Η πιθανότητα να βρεθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση θα καθοριστεί, ως εκ τούτου, κυρίως από τις στρατηγικές επιλογές της αντίπερα όχθης: τη διαθεσιμότητα των κυρίαρχων δυνάμεων της ευρωζώνης να αλλάξουν πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, έστω και την τελευταία στιγμή. Περισσότερο ενδιαφέρον από τις συνδικαλιστικές πιρουέτες του κ. Βαρουφάκη έχει συνεπώς η επισκόπηση των διλημμάτων που αντιμετωπίζουν όσοι χαράζουν την πολιτική των αποφασιστικών οργάνων της Ε.Ε., όπως αυτά τα διλήμματα αποτυπώνονται στα σχετικά ρεπορτάζ των ευρωπαϊκών και υπερατλαντικών ΜΜΕ.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, δεν είναι φυσικά πάντα εύκολο να ξεχωρίσει κανείς ποια από αυτά τα ρεπορτάζ αντανακλούν πραγματικούς προβληματισμούς των κυρίαρχων κύκλων και ποια έχουν απλώς προπαγανδιστικό ή εκβιαστικό χαρακτήρα. Ακόμη και σ’ αυτή την τελευταία περίπτωση ωστόσο, δεν πρέπει κανείς να παραβλέπει τα υλικά αποτελέσματα μιας παρόμοιας ζύμωσης: από τη στιγμή που μια αντίληψη εμπεδωθεί σε κοινωνικά στρώματα με αποφασιστικό λόγο, παύει να αποτελεί απλό μέσο πίεσης και συγκαθορίζει σε τελική ανάλυση τις εξελίξεις.
Ενα φάντασμα πλανιέται
Σε αντίθεση με το 2010 και την καμπάνια δυσφήμησης των «τεμπέληδων» και «ανοικονόμητων» Ελλήνων, τα δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών δεν αμφισβητούν την κοινωνική καταστροφή που επέφερε η οικονομική πολιτική της τελευταίας πενταετίας. Η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας μεταφράζεται συνήθως σε «κατανόηση» για το εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιανουαρίου, όχι όμως πάντα με το ίδιο πρόσημο. Αν για τους «New York Times» (26.1.) «η πραγματική έκπληξη δεν είναι η εκλογική νίκη των Ελλήνων αριστερών» αλλά το γεγονός «πως αυτή άργησε τόσο πολύ», κάποιοι άλλοι δεν διστάζουν να περιγράψουν τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σαν απόδειξη πρωτοφανούς ανευθυνότητας του ελληνικού λαού. Αυτό που κατά κανόνα δεν αμφισβητείται -από τις ευρωπαϊκές κυρίως «σοβαρές» εφημερίδες- είναι ιδίως η μακροπρόθεσμη «ορθότητα» της «επώδυνης» μνημονιακής πολιτικής. Η αρθρογραφία του νομπελίστα Πολ Κρούγκμαν, που θυμίζει τις αρχικές εξωπραγματικές προβλέψεις των μνημονίων κι αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν «οι ίδιοι άνθρωποι που έπεσαν τόσο έξω όσον αφορά τις επιπτώσεις της λιτότητας [να] κάνουν κήρυγμα στους Ελληνες πως πρέπει να φανούν ρεαλιστές» («Ν.Υ. Times», 25.1.), αποτελεί φωτεινή εξαίρεση.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο, ΕΔΩ...
πηγη Ο "Ιός" της "Εφημερίδας των Συντακτών"